Στην σύγχρονη Ελλάδα το Ιπποφαές χρησιμοποιείται μόλις τα τελευταία χρόνια.
Στην αρχαιότητα όμως ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένο και χρησιμοποιούνταν ευρέως.Σχετικές αναφορές μάλιστα υπάρχουν σε κείμενα του Θεόφραστρου, μαθητή του Αριστοτέλη, αλλά κυρίως στον Διοσκουρίδη, τον πατέρα της Φαρμακολογίας.
Το όνομα του προήλθε από τα στρατεύματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που παρατήρησανότι τα άρρωστα και τραυματισμένα άλογα, τα οποία έτρωγαν φύλλα και φρούτα τουσυγκεκριμένου φυτού ανάρρωναν γρηγορότερα, αποκτούσαν περισσότερη δύναμη, ενώ τοτρίχωμά τους γινόταν δυνατότερο και πιο λαμπερό.
Η ονομασία «Ιπποφαές» προέρχεται από τις λέξεις: < ἵππος (“άλογο”) + φάος (“φως, λάμψη”), που σημαίνει φωτεινό, λαμπερό άλογο.
Το ιπποφαές είναι φυλλοβόλο δέντρο της οικογένειας Elaeagnaceae, του γένους Hippophae, του είδους Hippophae rhamnoides L. και το ύψος του φτάνει από 2 έως 6 μέτρα ανάλογα της ποικιλίας.
Είναι από τα αρχαιότερα φυτά στη γη και συναντάται αυτοφυές σε πολλές περιοχές του πλανήτη.
Καλλιεργείται κυρίως για τον καρπό του για το λόγο ότι αποτελεί ένα μοναδικό σε συνδυασμό 190 βιοενεργών συστατικών με αποδεδειγμένα πολλαπλά οφέλη για την υγεία.
Η κύρια περίοδος συλλογής παγκοσμίως του καρπού είναιo Σεπτέμβριος Οκτώβριος.
Ακόμη χρησιμοποιούνται τα φύλλα του και οι βλαστοί του στην βιομηχανία των τροφίμων και των φαρμάκων αλλά και για προστασία διάβρωσης και επαναφοράς προβληματικών εδαφών λόγω του ιδιαίτερου ριζικού συστήματος.
Αρχικά, το Ιπποφαές καλλιεργήθηκε στη Ρωσία στην περιφέρεια Αλτάι της Σιβηρίας όπου το 1962 ιδρύθηκε το Μ.Α. LISAVENKO το οποίο είναι η μεγαλύτερη τράπεζα γενετικού υλικού ιπποφαούς στον κόσμο.
Το M.A.LISAVENKO έχει αναπτύξει πάνω από 100 ποικιλίεςιπποφαούς και 50.000 γενότυπους.
Οι κύριες χώρες καλλιέργειας είναι η Κίνα με πάνω 2.500.000 εκτάρια με τα περισσότερα να είναι αυτοφυή και η Ρωσία με πάνω από 300.000 εκτάρια. Άλλες χώρες καλλιέργειας του ιπποφαούς η Γερμανία, η Φιλανδία, η Γαλλία, Η Ελλάδα, η Ρουμανία, ο Καναδάς κ.α.
Σήμερα οι συνολικές καλλιεργούμενες εκτάσεις ιπποφαούς παγκοσμίως ξεπερνούν τα 3.000.000 εκτάρια.